Δ. Τζανακόπουλος: Ευελπιστούμε στο Eurogroup να καταλήξουμε σε συνολική συμφωνία για το ελληνικό χρέος
«Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σ΄ ένα σημείο που μας
επιτρέπει να σχεδιάσουμε με σταθερά βήματα την ομαλή και οριστική έξοδο
της Ελλάδας από την περιπέτεια της κρίσης και να διασφαλίσουμε ότι ο
δρόμος της εξόδου, δεν έχει γυρισμό», τόνισε -μιλώντας νωρίτερα σήμερα
από το βήμα της τέταρτης ετήσιας οικονομικής διάσκεψης της Ελληνικής
Ένωσης Επιχειρηματιών (ΕΕΝΕ)- ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός
εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος. Αναφερόμενος δε στην πρόσφατη
συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με τους δανειστές, την χαρακτήρισε
ισορροπημένη και εκτίμησε ότι «περιλαμβάνει δύσκολα μέτρα για το 2019
και το 2020, μας δίνει όμως ταυτόχρονα το εξιτήριο από την περίοδο των
μνημονίων και διαμορφώνονται οι συνθήκες για την έξοδο στις αγορές και
την ουσιαστική ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία».
Ξεκινώντας την παρέμβασή του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε στο
καθεστώς επιτροπείας στο οποίο βρίσκεται η Ελλάδα τα τελευταία επτά
χρόνια.
«Η 5η Μάη του 2010 συνιστά αρνητικό ορόσημο, καθώς σηματοδοτεί την
έναρξη μιας εποχής που αφήνει πίσω της οδύνες», σημείωσε και προσέθεσε:
«Σε αυτά τα επτά χρόνια όμως συνέβησαν τεκτονικές αλλαγές τόσο σε
παγκόσμιο όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Τίποτα πλέον δεν είναι το ίδιο μετά
το πέρασμα της πιο σφοδρής οικονομικής κρίσης μετά τον δεύτερο
παγκόσμιο πόλεμο. Αυτή η κρίση καθόρισε εξελίξεις πολύ πέραν της
οικονομίας. Άφησε τα σημάδια της στις κοινωνίες και στα πολιτικά
συστήματα».
Συνεχίζοντας, ο κ. Τζανακόπουλος συνέκρινε τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκαν την κρίση οι ΗΠΑ και η ΕΕ.
«Οι ΗΠΑ, αν και μπήκαν πρώτες στον χορό της κρίσης, εντούτοις κατάφεραν
με έγκαιρες και στοχευμένες παρεμβάσεις που ενίσχυσαν την ενεργό ζήτηση,
να ανακάμψουν σύντομα. Στον αντίποδα όμως, η Ευρώπη επέλεξε έναν άλλο
δρόμο. Τον δρόμο της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής και της
συνεπαγόμενης επιθετικής λιτότητας, ο οποίος παρέτεινε την κρίση και
υπονόμευσε την ουσιαστική ανάκαμψη. Σήμερα, όμως, παρά το ότι χάθηκε
πολύτιμος χρόνος και παρά το ότι συνεχίζουν να κυριαρχούν οι φωνές που
μας καλούν να συνεχίσουμε τις καταστροφικές επιλογές, τα πράγματα
φαίνεται ότι είναι δυνατό να αλλάξουν. Η Ελλάδα υπήρξε ως γνωστό το
βασικό θύμα της κρίσης», τόνισε ο κ. Τζανακόπουλος και χαρακτήρισε
«κοντόφθαλμη τιμωρητική και πρωτοφανή την περιοριστική πολιτική που
αποτέλεσε το βασικό εργαλείο διαχείρισης της κρίσης».
«Η χώρα μας», ανέφερε, «είδε το ΑΕΠ της να μειώνεται κατά 25%, την
ανεργία να εκτοξεύεται στο 28-29%, χιλιάδες πολίτες να οδηγούνται στο
κοινωνικό περιθώριο. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι
εδώ δεν επρόκειτο απλώς για ένα λάθος αλλά για μια συνειδητή τιμωρητική
επιλογή».
Συνεχίζοντας ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε στους ισχυρισμούς ότι "η Ελλάδα δεν ήταν άμοιρη ευθυνών" για την κρίση.
«Αυτή η θέση είναι έγκυρη, στο βαθμό που αναφέρεται στον τρόπο που
λειτούργησε το πολιτικό σύστημα και τις στρατηγικές του επιλογές επί
δεκαετίες», ανέφερε και προσέθεσε ότι το σύστημα αυτό που κυριάρχησε
στον τόπο μετά τη μεταπολίτευση, «λειτούργησε με απόλυτη ιδιοτέλεια,
ενίσχυσε τον πελατειασμό και ταυτόχρονα προώθησε ένα θνησιγενές
παραγωγικό μοντέλο. Διογκώνοντας έτσι σε μεγάλο βαθμό τα αδιέξοδα, που
φάνηκαν καθαρά όταν η χώρα βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού λόγω της
παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης».
Αναφερόμενος στην πολιτική που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση, ο κ.
Τζανακόπουλος είπε, ότι «από την αρχή του 2015, κάνουμε μια μεγάλη
προσπάθεια να αλλάξει σελίδα η χώρα και να καλυφθεί το χαμένο έδαφος».
«Βρισκόμαστε σήμερα σε ένα σημείο που μας επιτρέπει να σχεδιάσουμε με
σταθερά βήματα την ομαλή και οριστική έξοδο της Ελλάδας από την
περιπέτεια της κρίσης και, να διασφαλίσουμε ότι ο δρόμος της εξόδου, δεν
έχει γυρισμό.
Καταλήξαμε πρόσφατα, σε μια ισορροπημένη συμφωνία με τους δανειστές η
οποία περιλαμβάνει δύσκολα μέτρα για το 2019 και το 2020,μας δίνει όμως
ταυτόχρονα το εξιτήριο από την περίοδο των μνημονίων.
Σε συνδυασμό με την λύση για το χρέος που αναμένουμε να υπάρξει σύντομα, δημιουργείται ένας καθαρός διάδρομος για τη χώρα.
Διαμορφώνονται οι συνθήκες για την έξοδο στις αγορές και την ουσιαστική ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε στη συνέχεια στις επενδυτικές
δυνατότητες που δημιουργούνται στην Ελλάδα, τονίζοντας ότι «το ασφαλές
και σταθερό περιβάλλον που διαμορφώνεται είναι θεμελιώδες στοιχείο, για
να πετύχει η Ελλάδα υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης, τα επόμενα
χρόνια».
«Οι δυνατότητες είναι πολλές και το ενδιαφέρον τόσο εντός όσο και εκτός
της χώρας είναι μεγάλο. Η Ελλάδα παραμένει, παρά την κρίση, μια χώρα με
τεράστιες προοπτικές, μια χώρα που κανένας σοβαρός επενδυτής δεν
πρόκειται να αγνοήσει», υπογράμμισε ο κ. Τζανακόπουλος και προσέθεσε:
«Μια ματιά μονάχα στις τιμές των ελληνικών ομολόγων, αποδεικνύει τις
θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και το εύρος των δυνατοτήτων
που αυτή έχει το επόμενο διάστημα».
Συνεχίζοντας, είπε ότι «χρειάζεται σκληρή δουλειά για να αναστρέψουμε
μια κατάσταση γενικευμένης αποεπένδυσης στη χώρα τα προηγούμενα χρόνια»,
ενώ σημείωσε ότι την περίοδο 2010-14 οι ιδιωτικές επενδύσεις στην
Ελλάδα μειώθηκαν κατά 67%.
«Για τον λόγο αυτό, έχουμε λάβει μέριμνες για δύο από τους πλέον
κομβικούς τομείς που αφορούν την επενδυτική διαδικασία στη χώρα.
Το πρώτο αφορά το ζήτημα των διαθέσιμων πόρων και της χρηματοδότησης. Το
άλλο αφορά τη διαχείριση των χρεών που έχουν συσσωρευτεί στις ελληνικές
επιχειρήσεις λόγω της κρίσης.
Αρχικά στον πρώτο πυλώνα χρηματοδότησης, το Πρόγραμμα Δημοσίων
Επενδύσεων, που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους. Εκεί, τα
βήματα προόδου είναι πολλά και οι λόγοι αυτής της προόδου είναι, κυρίως,
δύο.
Ο ένας λόγος εδράζεται στην αύξηση του ΠΔΕ κατά 250 εκατομμύρια στην
οποία προχωρήσαμε, για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια και αφού μέσα στην
κρίση οι συνολικοί πόροι του ΠΔΕ υπέστησαν μείωση κατά 33,2%, δηλαδή
3,2 δισ. Ενώ παράλληλα, η συμφωνία που συνάψαμε, περιλαμβάνει
επιπρόσθετη αύξηση ύψους 300 εκατ. ευρώ για το 2019, στο πλαίσιο των
θετικών μέτρων.
Ο δεύτερος λόγος, έχει να κάνει με την αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων
του ΕΣΠΑ. Το προηγούμενο ΕΣΠΑ καταφέραμε να κλείσει με απορρόφηση 100%,
αποτέλεσμα της κοπιώδους προσπάθειας που έγινε το 2015, ενώ για το νέο
ΕΣΠΑ βρισκόμαστε στο 11,3% της απορρόφησης, τη στιγμή που ο συμφωνημένος
στόχος με την ΕΕ ήταν στο 7%.
Πέραν αυτών όμως, εργαζόμαστε διαρκώς ώστε να αξιοποιήσουμε κάθε εργαλείο χρηματοδότησης».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναφέρθηκε επίσης στα σχέδια του «πακέτου
Γιούνκερ», ύψους 5,6 δισ. και τόνισε πως «η λύση για το χρέος είναι το
καθοριστικό βήμα για την είσοδο της Ελλάδας στο Πρόγραμμα Ποσοτικής
Χαλάρωσης της ΕΚΤ». «Είναι μια εξέλιξη που αναμένει η αγορά, καθώς θα
φέρει μια σημαντική τόνωση της ρευστότητας στην εγχώρια αγορά που είναι
απαραίτητη για να στηριχθεί η επενδυτική διαδικασία», επισήμανε ο
κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Ο κ. Τζανακοπουλος αναφέρθηκε επίσης στα μέτρα που έχει λάβει η
κυβέρνηση για τη στήριξη της αγοράς, όπως η ρύθμιση των χρεών των
επιχειρήσεων, και τον νόμο για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό που αφορά
δυνητικά 400.000 επιχειρήσεις. «Δίνουμε έτσι, μια δεύτερη ευκαιρία στις
επιχειρήσεις που υπέστησαν ζημιές λόγω της κρίσης, με βασικό κριτήριο
της λειτουργική τους κερδοφορία, ώστε να τους δοθεί ανάσα και η
δυνατότητα να ανακάμψουν», τόνισε.
«Βασικός άξονας της στρατηγικής μας είναι να δημιουργήσουμε όρους
παραγωγής νέου πλούτου αλλά με ένα τρόπο που θα είναι δίκαιος, βιώσιμος
και δεν θα μας φέρει μπροστά σε νέα αδιέξοδα» τόνισε ο κ. Τζανακόπουλος
και προσέθεσε ότι η κυβέρνηση δίνει βάρος στον τομέα της εργασίας που
τον θεωρεί βασική παράμετρο ενός νέου παραγωγικού μοντέλου.
«Νομίζω η Ελλάδα είναι η απόλυτη διάψευση του μύθου ότι η απορρύθμιση
της εργασίας μπορεί να συνιστά σοβαρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και να
ενισχύει την παραγωγικότητα», είπε και τόνισε ότι «με την ανεργία στο
28%, την ελαστική εργασία στο 60%, χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις, με
ελαστικά ωράρια και διαρκή το φόβο της απόλυσης, σε τι σημείο έφτασε η
ελληνική οικονομία».
«Στην Ελλάδα της κρίσης η υψηλή ανεργία και η διόγκωση της ελαστικής
εργασίας έγιναν συνώνυμο της ύφεσης και αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
Και δεν είναι μόνο ζήτημα αρχής και ιδεολογίας της σημερινής
κυβέρνησης, η δημιουργία θέσεων πλήρους και σταθερής εργασίας. Είναι
συστατικό στοιχείο του αποτελεσματικού σχεδιασμού μιας οικονομίας, η
οποία επιδιώκει να αυξάνει τον παραγόμενο πλούτο και να διατηρεί ρυθμούς
μεγέθυνσης σε βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα», τόνισε.
Καταλήγοντας ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι «η ανακύκλωση της
επισφάλειας και της ανεργίας σημαίνει ανακύκλωση της οικονομικής
καχεξίας και είναι βασική συνισταμένη της ύφεσης. Σταθερές και
αξιοπρεπώς αμειβόμενες θέσεις εργασίας, ευνοούν τη βελτίωση της
παραγωγικότητας, αυξάνουν το επίπεδο διαβίωσης και ενισχύουν την ενεργό
ζήτηση».
Απαντώντας στο επιχείρημα ότι ορισμένες επιχειρήσεις αύξησαν την
κερδοφορία τους σε αυτές τις συνθήκες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
επισήμανε πως και αυτές οι επιχειρήσεις διατρέχουν σοβαρούς κινδύνους
μακροπρόθεσμα, αν δραστηριοποιούνται σε μια αγορά που είναι καθηλωμένη,
με τη ζήτηση να βαίνει διαρκώς μειούμενη.
«Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά, δίνουν καθημερινά τη μάχη
ώστε να διαμορφωθούν εκείνες οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στη χώρα και
την οικονομία να ανακάμψουν», κατέληξε ο κ. Τζανακόπουλος και τόνισε ότι
η κυβέρνηση προσβλέπει «στη στήριξη και τη συνεργασία με όλες τις
παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, για να πετύχουμε τους συλλογικούς μας
στόχους».