Λόγω εργασιών συντήρησης των συστημάτων του Ειδησεογραφικό Πρακτορείο    www.vouli.net, θα υπάρξει διακοπή στις υπηρεσίες. Ευχαριστούμε για την κατανόησή σας. * Ειδησεογραφικό Πρακτορείο _ www.vouli.net _ από το 1980 * Hellenic Cypriot * Hellenic Cypriot Press Agency * Κυβέρνηση www.vouli.net * Κυβέρνηση * Η δημοσίευση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης Ι.Ι. Μάγερ * Κυβέρνηση * Υπουργεία * Κυβερνητικός Εκπρόσωπος * Κόμματα * Βουλευτές * Κοινοβουλευτικές Ομάδες *_ Κύπρος * Κυβέρνηση * Κόμματα * Ε.Ε. * Ορθοδοξία * voulinet_politics * Παιδεία * Πολιτισμός * Περιφέρειες * Δήμοι * Τουρισμός * Βουλή * Economy * Business * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε.

14.5.10

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΖΑΜΑΝ» ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ AYSE KARABAT
Αθήνα, 14 Μαΐου 2010








A. KARABAT: Αν συγκρίνουμε τις τουρκικές επενδύσεις στην Ελλάδα με τις ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία θα δούμε ότι ενώ οι ελληνικές επενδύσεις βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο, οι τουρκικές είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι δεν έγιναν σημαντικές τουρκικές επενδύσεις στην Ελλάδα;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Είναι γεγονός ότι οι ελληνικές επενδύσεις στην Τουρκία είναι πολύ περισσότερες από τις τουρκικές επενδύσεις στην Ελλάδα. Θα θέλαμε να δούμε την κατάσταση αυτή να αλλάζει. Αλλά δεν νομίζω ότι ο όγκος των επενδύσεων σε μια οποιαδήποτε χώρα έχει πολιτική διάσταση, ή τουλάχιστον δεν θα όφειλε να έχει. Αυτού του είδους οι αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται με βάση οικονομικά κριτήρια. Η Κυβέρνησή μου έχει λάβει σαφή εντολή να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές. Η οικονομική κρίση επέτεινε τον επείγοντα χαρακτήρα του προγράμματος. Όταν βγούμε από αυτή την κρίση και θα βγούμε σύντομα, η Ελλάδα θα έχει αποκτήσει μια οικονομία με πολύ πιο στέρεες βάσεις. Για το λόγο αυτό, πιστεύω ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να μπει κανείς στην ελληνική αγορά. Ως Κυβέρνηση, δημιουργούμε το κατάλληλο επενδυτικό περιβάλλον και αφήνουμε τους επιχειρηματίες να αξιολογήσουν τις ευκαιρίες που προσφέρονται. Το αυριανό Ελληνικό-Τουρκικό επιχειρηματικό φόρουμ είναι μια καλή ευκαιρία.

A. KARABAT: Ποιες είναι οι ευκαιρίες και οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν οι Τούρκοι επενδυτές αν θελήσουν να επενδύσουν στην Ελλάδα; Η Κυβέρνησή σας προτίθεται να αντιμετωπίσει τα προβλήματα αυτά και να χαλαρώσει τις διαδικασίες χορήγησης θεώρησης; Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η απαλλαγή από την υποχρέωση θεώρησης για ημερήσιες εκδρομές ήταν στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπήρξαν εξελίξεις. Μπορούμε να περιμένουμε κάποια αλλαγή στο άμεσο μέλλον;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Δυστυχώς, η φήμη της ελληνικής γραφειοκρατίας ξεπέρασε τα σύνορά μας. Η κατάσταση όμως αλλάζει και οι αλλαγές είναι ριζικές. Στην Ελλάδα ήταν δύσκολο να συστήσει κάποιος μια εταιρεία, ήταν δύσκολο να εκδώσει τις απαραίτητες άδειες για να ξεκινήσει τις δραστηριότητές του. Αυτά όλα αλλάζουν. Όπως είπα προηγουμένως, η οικονομική κρίση επιταχύνει τις αλλαγές. Στο θέμα των θεωρήσεων, οφείλω να πω ότι ως Υπουργός Εξωτερικών, κατέβαλα τεράστιες προσπάθειες να ελαφρύνω το καθεστώς χορήγησης των θεωρήσεων. Δυστυχώς όμως, το πλαίσιο της συμφωνίας Σένγκεν θέτει κάποιους περιορισμούς. Για το λόγο αυτό, έχουν δοθεί σαφείς οδηγίες σε όλα τα Προξενεία μας στην Τουρκία, να εξαντλούν όλα τα περιθώρια που προσφέρει η νομοθεσία, έτσι ώστε να διευκολύνουν την επίσκεψη Τούρκων πολιτών στην Ελλάδα. Η διαδικασία έχει απλοποιηθεί σημαντικά. Ταυτόχρονα, είμαστε σε επαφή με Ευρωπαίους αξιωματούχους, για να εξασφαλίσουμε θετικές αλλαγές στο σύστημα Σένγκεν και εξετάζουμε τρόπους να διευκολύνουμε πρακτικά κάποιες συγκεκριμένες ομάδες πολιτών.

A. KARABAT: Κάτω από αυτές τις οικονομικές συνθήκες, ποιες θα είναι οι στρατιωτικές σας δαπάνες τα επόμενα πέντε χρόνια; Ο Τούρκος Υπουργός Έγκεμεν Μπάγκις πρότεινε η Ελλάδα και η Τουρκία να μειώσουν ταυτόχρονα τις στρατιωτικές τους δαπάνες. Είναι δυνατόν να περιορισθούν οι δαπάνες, πριν βρεθεί λύση στα εκκρεμή προβλήματα;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Είστε μια έμπειρη δημοσιογράφος, θα θυμάστε σίγουρα την περίοδο 1999 - 2004, όταν μιλούσα για το όραμα της μείωσης των εξοπλισμών και στις δύο χώρες, μια μείωση που θα επέτρεπε στις δύο κοινωνίες μας να επενδύσουν στην παιδεία, στην υγεία, στον πολιτισμό και όχι στα όπλα. Μιλάω για το «μέρισμα της ειρήνης», το οποίο θα αυξηθεί με την οικοδόμηση εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο χώρες και την άρση όλων των απειλών. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από τις ελληνικές προσπάθειες. Αυτό είναι το όραμα που πρέπει να κατευθύνει τις ενέργειές μας. Το Αιγαίο πρέπει να γίνει μια θάλασσα ειρήνης. Αυτό που χρειάζεται να κάνουμε εμείς, με το «εμείς» εννοώ τους ηγέτες των δύο χωρών, είναι να μιλάμε ξεκάθαρα μεταξύ μας και με τους λαούς μας. Πρέπει να απαλλαγούμε από τις γκρίζες ζώνες στις σχέσεις μας και να αφοσιωθούμε στο κοινό μέλλον που μας περιμένει στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

A. KARABAT: Η Ελλάδα επιμένει ότι υπάρχει ένα μόνο πρόβλημα, αυτό της υφαλοκρηπίδας, ενώ η Τουρκία πιστεύει ότι υπάρχουν πολλά θέματα. Επιμένετε στις απόψεις σας; Είναι αλήθεια επίσης ότι πριν τις εκλογές του 2004, όταν ο κύριος Σημίτης ήταν Πρωθυπουργός και εσείς Υπουργός Εξωτερικών, οι δύο χώρες βρίσκονταν πολύ κοντά στην επίλυση των προβλημάτων του Αιγαίου. Εφόσον δεν έγινε κάτι τέτοιο τότε, πιστεύετε ότι υπάρχουν δυνατότητες τώρα;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Ξεκινήσαμε μια διαδικασία διερευνητικών επαφών, με συγκεκριμένο στόχο να προχωρήσουμε στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας ανάμεσα στις δύο χώρες. Είναι ένα νομικό θέμα, που έπαιξε και συνεχίζει να παίζει καθοριστικό ρόλο στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Είναι ένα πρόβλημα το οποίο μπορεί να λυθεί.

Στο παρελθόν, βρεθήκαμε κοντά σε λύση. Κατά την διάρκεια της θητείας μου στο Υπουργείο Εξωτερικών, από το 1999 μέχρι το 2004, συνεργάσθηκα στενά με τον αγαπητό μου φίλο, τον μακαρίτη Ισμαήλ Τζεμ, και τους διαδόχους του, για να βρούμε μια λύση σε αυτό και σε πολλά άλλα προβλήματα στις σχέσεις μας. Και κάναμε πρόοδο.

Είμαι πεπεισμένος ότι τώρα, 10 χρόνια αργότερα, μπορούμε να βρούμε τη λύση. Ούτως ή άλλως, δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Αν αποδειχθεί ότι δεν μπορούμε να επιλύσουμε το πρόβλημα μέσα σε ένα λογικό χρονοδιάγραμμα, τότε κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Δεν θα είμαστε ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι. Πρέπει να δείξουμε εμπιστοσύνη στο Διεθνές Δικαστήριο, για να βρεθεί μια λύση, όπως ακριβώς έκαναν και άλλες 160 χώρες στον πλανήτη μας.

A. KARABAT: Μέχρι σήμερα, μια από τις ατυχίες στην ιστορία των Τουρκο-ελληνικών σχέσεων ήταν η έλλειψη πολιτικής θέλησης από πλευράς των ηγετών να βρεθεί μια λύση. Πιστεύετε ότι οι συνθήκες είναι ώριμες, για να συνεχιστούν οι προσπάθειες να βρεθεί μια λύση τώρα;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Είμαστε γείτονες σε μια περιοχή του κόσμου που παρουσιάζει μεγάλο «διπλωματικό» ενδιαφέρον. Οι σχέσεις μας δεν ήταν σταθερές, περάσαμε καλές στιγμές και στιγμές έντασης. Και αυτό το μοτίβο δεν θα σταματήσει έτσι απλά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα περιοριστούμε στο ρόλο των αμέτοχων θεατών. Πιστεύω ακράδαντα ότι οι λαοί δημιουργούν το πεπρωμένο τους. Οι λαοί γράφουν την ιστορία τους. Η Ελλάδα και η Τουρκία δεν είναι εχθροί, καταδικασμένοι να συγκρούονται στον αιώνα τον άπαντα. Οι χώρες μας έχουν ένα βαρύ ιστορικό παρελθόν. Στο χέρι μας είναι να γυρίσουμε σελίδα και να γράψουμε ένα διαφορετικό μέλλον. Πολλοί αναφέρουν το παράδειγμα της Γαλλίας και της Γερμανίας. Και σας ρωτώ, γιατί η Ελλάδα και η Τουρκία να μη μπορούν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους; Δεν μπορούμε να πάρουμε το μέλλον μας στα χέρια μας; Η απάντηση είναι, ναι. Αύριο θα δεχθούμε τον Πρωθυπουργό σας, με αυτή τη σκέψη στο μυαλό μας.

A. KARABAT: Ποια είναι η προσωπική σας άποψη για τον Τούρκο Πρωθυπουργό Ερντογάν; Πιστεύετε ότι μπορείτε να συνεννοηθείτε εύκολα μαζί του;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Ο Πρωθυπουργός Ερντογάν είναι ένας ηγέτης, που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στο τουρκικό κράτος και στην τουρκική κοινωνία. Νομίζω ότι είναι ένας άνδρας με σαφείς στόχους, με φιλόδοξο όραμα και με ρεαλισμό, που του επιτρέπει να υλοποιεί τους στόχους του. Ένας άνδρας που πετυχαίνει αποτελέσματα. Πιστεύω ότι έκανε μια σαφή στρατηγική επιλογή να δώσει μάχη για την προσχώρηση της χώρας του στην Ευρωπαϊκή Ένωση και παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, παραμένει πιστός στο στόχο του. Πρέπει να ξέρει ότι θα είμαι σύμμαχός του στην προσπάθεια αυτή, γιατί οποιαδήποτε απόφαση ενδυναμώνει τη Δημοκρατία στην Τουρκία, αποτελεί επίσης και ένα βήμα προς τις σχέσεις καλής γειτονίας, ένα βήμα προς το σεβασμό των μειονοτήτων και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ένα βήμα προς την επανένωση της Κύπρου. Θα προσπαθήσουμε μαζί, για να φέρουμε την Τουρκία στην Ευρωπαϊκή οικογένεια.

A. KARABAT: Τουρκία και Ελλάδα εγκαθιδρύουν το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας, προκειμένου να τονωθούν οι μεταξύ τους σχέσεις. Τι να προσδοκούμε από τη στρατηγική αυτή συνεργασία;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας σηματοδοτεί την ουσιαστική αναβάθμιση της συνεργασίας μας. Αποτελεί τη βάση, τα θεμέλια, πάνω στα οποία μπορούμε να οικοδομήσουμε την εμπιστοσύνη και να φέρουμε τις σχέσεις μας στο επίπεδο που επιθυμούμε. Ζήτησα από τους Υπουργούς της Κυβέρνησής μου να παρουσιάσουν νέες ιδέες περί συνεργασιών. Το Συμβούλιο μπορεί να αποτελέσει την αρχή μιας αλλαγής στάσης των Δημοσίων Διοικήσεων των δύο χωρών. Είναι ανεξάντλητοι οι τομείς, στους οποίους μπορούμε να έχουμε μια αμοιβαίως επωφελή συνεργασία. Οφείλουμε να εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητες αυτές, ιδίως σε καιρό κρίσης και έντονου διεθνούς ανταγωνισμού. Συνεργαζόμενες, οι χώρες μας μπορούν να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά τις προκλήσεις.

Θα ήθελα ωστόσο, στο σημείο αυτό, να επισημάνω και κάτι ακόμη. Η προσπάθεια αυτή είναι σημαντική και πολλά υποσχόμενη, χρειάζονται όμως και «καύσιμα», ώστε να προχωρήσουμε. Οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας δεν πρόκειται να εξομαλυνθούν, όσο υφίστανται απειλές που αφορούν τα ελληνικά νησιά στο Αιγαίο, ούτε όσο παραμένουν οι δυνάμεις κατοχής στην Κύπρο. Όλα αυτά πρέπει να τα αφήσουμε πίσω μας μια για πάντα.

A. KARABAT: Εκ βάθους καρδιάς και ειλικρινώς, μπορείτε να μας πείτε κατά πόσον θεωρείτε ότι έχουμε χάσει ήδη αρκετές ευκαιρίες για την επίλυση του Κυπριακού; Θεωρείτε ότι οι Χριστόφιας και Έρογλου θα επιλύσουν τις διαφορές τους;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Δεν θα ήθελα να έχω το βλέμμα μου στραμμένο στο παρελθόν. Πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας στο μέλλον και να αφήσουμε την ιστορία να κρίνει τις όποιες «χαμένες ευκαιρίες». Το σχέδιο Ανάν δεν κατάφερε να εμπνεύσει αίσθημα ασφάλειας στον Κυπριακό λαό, και αυτή είναι η πλέον σημαντική παράμετρος. Αυτός ήταν και ο λόγος, για τον οποίο το σχέδιο ήταν καταδικασμένο να αποτύχει, ανεξαρτήτως της έκβασης του δημοψηφίσματος. Οφείλουμε να επιμένουμε για μια λύση, που θα εμπνέει το αίσθημα του «ανήκειν» στην Κύπρο. Το πλαίσιο είναι σαφέστατο και συμπεφωνημένο. Προσδιορίζεται από τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και τις συνημμένες μεταξύ ηγετών συμφωνίες. Η λύση θα πρέπει να είναι μια αμιγώς κυπριακή λύση, από τους Κυπρίους και για τους Κυπρίους. Επίσης, θα πρέπει να είναι μια ευρωπαϊκή λύση, δηλαδή προϋποθέτει το σεβασμό των κανόνων και των αρχών της Ε.Ε., το λεγόμενο κοινοτικό κεκτημένο, καθώς η Κύπρος είναι και θα παραμείνει κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα πρέπει να είναι σε θέση να λειτουργεί αποτελεσματικά εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου. Αυτό οφείλει να το σεβαστεί ο κ. Έρογλου, όπως ακριβώς θα πρέπει να σεβαστεί και την πρόοδο η οποία έχει σημειωθεί στις μέχρι σήμερα διαπραγματεύσεις. Εάν θέσει προσκόμματα και εμπόδια, θα αναλάβει και τις ευθύνες. Εν πάση περιπτώσει, είναι γεγονός ότι ο ρόλος της Τουρκίας παραμένει ζωτικής σημασίας.

A. KARABAT: Τι προσδοκάτε από την Τουρκία αναφορικά με την επίλυση του ζητήματος της λαθρομετανάστευσης από την Τουρκία προς την Ελλάδα; Το εν λόγω ζήτημα αποτελεί επίσης πρόβλημα και της Ε.Ε. Εσείς ασκείτε πίεση προς την πλευρά της Ε.Ε., ώστε να συνδράμει την Τουρκία στην επίλυση του προβλήματος και να επιτευχθεί μια συνολική συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για ζητήματα επαναπατρισμού;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Η λαθρομετανάστευση αποτελεί πρόκληση, την οποία αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί. Αποτελεί πρόβλημα ευρωπαϊκό, και πρωτίστως ανθρωπιστικό. Ασφαλώς και δεν αποτελεί μόνο ζήτημα περιορισμού και συγκράτησης του φαινομένου. Η πρόληψη και η αποτροπή είναι αναγκαίες, όπως εξάλλου και η δημιουργία αναπτυξιακών προοπτικών στις χώρες προέλευσης. Δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε το γεγονός ότι οι 150.000 λαθρομετανάστες, που διασχίζουν τα σύνορά μας κάθε χρόνο, ασκούν πίεση προς την Ελλάδα. Οι άνθρωποι αυτοί αποτελούν τα θύματα μιας σύγχρονης μορφής δουλεμπορίου. Οι γυναίκες και τα παιδιά θα έκαναν τα πάντα, για να κάνουν πραγματικότητα το όνειρο μιας καλύτερης ζωής. Οι λαθρέμποροι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κοινός εχθρός όλων. Οι οδοί διέλευσης των δουλεμπόρων θα πρέπει να αποκλειστούν, και να τιμωρούνται παραδειγματικά. Οι Αρχές οφείλουν να τους σταματούν, αντί να εθελοτυφλούν. Δεν επιτρέπεται τουρκικά ραντάρ να παρενοχλούν τις δυνάμεις της FRONTEX, ενώ αναζητούν διακινητές λαθρομεταναστών.

Τέλος, αν επιθυμούμε να υπάρξουν όντως αποτελέσματα, απαιτείται και ο επαναπατρισμός των λαθρομεταναστών, ειδάλλως τα σχέδια των δουλεμπόρων θα αποδίδουν και άρα θα εξακολουθήσουν τις δραστηριότητές τους. Χρειαζόμαστε σύναψη και υπογραφή μιας συμφωνίας επανεισδοχής μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας. Ας μη λησμονούμε, όμως, ότι υφίσταται ήδη μια τέτοια συμφωνία μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, η οποία όμως δυστυχώς δεν εφαρμόζεται, και αυτή είναι μια πραγματικότητα που θα πρέπει επίσης να αλλάξει.

A. KARABAT: Σκοπεύετε να επωφεληθείτε της τουρκικής εμπειρίας στον οικονομικό τομέα, και αν ναι, με ποιο τρόπο; Ο σεισμός στην Τουρκία σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας εποχής στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Πιστεύετε ότι η ελληνική οικονομική κρίση μπορεί να νοηθεί και αυτή ως μια ακόμη ευκαιρία;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Η οικονομική κρίση μπορεί να μετατραπεί σε ευκαιρία, μια ευκαιρία να αλλάξουμε πολλά στην Ελλάδα, να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις που θα έπρεπε να είχαμε υλοποιήσει προ πολλών ετών. Έτσι, η Ελλάδα θα γίνει ισχυρότερη και θα αυξηθεί η ευημερία των Ελλήνων. Ας μην ξεχνούμε εξάλλου ότι οι Έλληνες ζουν σε μια ανοικτή και φιλελεύθερη Δημοκρατία. Το επίπεδο διαβίωσης και η ποιότητα ζωής τους είναι μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο και πολλοί λαοί θα ήθελαν να είναι στη θέση τους. Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι οι σεισμοί του 1999 απελευθέρωσαν δυνάμεις που ενυπήρχαν εντός των κοινωνιών μας, δυνάμεις που κατέλυσαν τα τότε υφιστάμενα στερεότυπα και έθεσαν τα θεμέλια για μια ελληνοτουρκική προσέγγιση.

Δεν πρόκειται να συγκρίνω την τωρινή με την κατάσταση εκείνης της εποχής, αλλά με την οικονομική κρίση που εσείς αντιμετωπίσατε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Εκείνη την περίοδο, η Ελλάδα επέδειξε την εμπιστοσύνη της και την υποστήριξή της προς την Τουρκία, και μάλιστα όχι υπό μορφή δημοσίων σχέσεων. Η Ελλάδα έγινε ο πιο σημαντικός και ειλικρινής υποστηρικτής της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Οι ελληνικές επενδύσεις και εμπορικές συναλλαγές αυξήθηκαν, ενώ εγκαινιάστηκαν και πρωτοβουλίες αμοιβαίως επωφελούς περιφερειακής συνεργασίας. Η Τουρκία ξεπέρασε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε την εποχή εκείνη, προχώρησε στις μεταρρυθμίσεις τις οποίες όφειλε να πραγματοποιήσει και βγήκε από την όλη διαδικασία περισσότερο δυνατή. Τώρα είναι η σειρά της Ελλάδας. Μακάρι να ήταν δυνατόν να γίνουν οι αλλαγές με τρόπο πιο ήπιο για τον Ελληνικό λαό, αλλά αυτός είναι ο μόνος δρόμος.

A. KARABAT: Μετά από τόσο καιρό και παρά τις αντιρρήσεις μέρους της κοινωνίας, και η Αθήνα θα αποκτήσει τέμενος. Τι συνεπάγεται για το ελληνικό έθνος η ανέγερση του τζαμιού αυτού;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Η ανέγερση τεμένους στην Αθήνα αποτελεί υποχρέωση του ελληνικού κράτους απέναντι στους μουσουλμάνους που ζουν στην πρωτεύουσα. Υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι μάλιστα έχουν έρθει από όλη την υφήλιο. Αποτελεί επίσης δική μου, προσωπική, δέσμευση για την κάλυψη της υπαρκτής αυτής ανάγκης θρησκευτικής έκφρασης. Επιτρέψτε μου, όμως, μια διόρθωση: οι αντιδράσεις στην ανέγερση αυτού του τεμένους είναι ελάχιστες. Η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας αναγνωρίζει ότι αυτή η απόφαση είναι ορθή και την προσυπογράφει. Αυτό που απλώς χρειάζεται είναι να διασφαλίσουμε ότι δεν συγχέουμε θρησκεία και πολιτική.

A. KARABAT: Το Συμβούλιο της Ευρώπης επέκρινε τη χώρα σας στην έκθεση που δημοσιοποίησε τον Ιανουάριο, κάνοντας λόγο για μη ικανοποιητική αντιμετώπιση της μουσουλμανικής, τουρκικής μειονότητας. Πώς απαντάτε σε κάποιους από τους προβληματισμούς που έθεσαν οι συμμετέχοντες βουλευτές στη συνεδρίαση της Ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία έλαβε χώρα στο Στρασβούργο και κατά τη διάρκεια της οποίας και εσείς εκφωνήσατε ομιλία;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Οι Έλληνες μουσουλμάνοι της Θράκης ζουν σε μια ανοικτή, δημοκρατική κοινωνία. Είναι Ευρωπαίοι πολίτες, που απολαμβάνουν όλων των δικαιωμάτων, τα οποία συνεπάγεται η ιδιότητά τους αυτή. Κανείς δεν είναι τέλειος, και ασφαλώς πάντοτε υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Δεδομένου του πλαισίου αυτού, είναι καλοδεχούμενος ο διάλογος με διεθνείς και ευρωπαϊκούς θεσμούς, που ασχολούνται με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Χρόνια τώρα, η Πολιτεία εφαρμόζει μια πολιτική θετικών διακρίσεων υπέρ της μουσουλμανικής μειονότητας, αποσκοπώντας στην προστασία και στήριξή της. Και εγώ ο ίδιος, ως Υπουργός Παιδείας, έλαβα μέτρα ώστε να αποκτήσουν πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία αποτελεί αποκλειστική υποχρέωση του ελληνικού κράτους. Και ο αγώνας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και ο σεβασμός της αξιοπρέπειας των πολιτών αποτελεί δική μου, προσωπική δέσμευση προς κάθε Έλληνα και Ελληνίδα.

A. KARABAT: Στηρίζετε τις πρωτοβουλίες της Τουρκίας στα Βαλκάνια και, επίσης, με ποιους τρόπους θα μπορούσε η χώρα σας να συμβάλει σε αυτές τις πρωτοβουλίες;

Γ. Α. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Όπως γνωρίζετε, η Ελλάδα είναι η πλέον δραστήρια ευρωπαϊκή χώρα στη Βαλκανική, τόσο από πολιτικής, όσο και από οικονομικής απόψεως. Το 2003, η ελληνική διπλωματία σκιαγράφησε την ευρωπαϊκή των Βαλκανίων στη λεγόμενη «Ατζέντα της Θεσσαλονίκης» και διαδραματίσαμε ηγετικό ρόλο στην εφαρμογή τού εν λόγω σχεδίου. Η δημιουργία, στη γειτονιά μας, μιας ευρύτερης περιοχής ειρήνης, ασφάλειας και ανάπτυξης, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής μας και αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα. Η Τουρκία μπορεί να διαδραματίσει πολύ χρήσιμο ρόλο, στο πλαίσιο αυτής της Ατζέντας.

Κυρ. Μητσοτάκης: Χρειαζόμαστε πρόσθετους πόρους για το μεταναστευτικό και το Ταμείο Αλληλεγγύης

  Κυρ. Μητσοτάκης: Χρειαζόμαστε πρόσθετους πόρους για το μεταναστευτικό και το Ταμείο Αλληλεγγύης